ΧΡΗΣΗ ΒΕΤΟ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΜΕ «ΧΛΙΑΡΗ» ΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Πώς πρέπει να παρέμβει η Ελλάδα στην Σύνοδο Κορυφής

του Νίκου Ε. Ηγουμενίδη*

Δημοσιεύτηκε στη “Νέα Κρήτη”, 3 Δεκεμβρίου 2020

Οι νέοι ενεργειακοί δρόμοι και η επίδρασή τους αντίστοιχα στις ενεργειακές πηγές, η αλλαγή στην προεδρία των ΗΠΑ, οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, επηρεάζουν τον γεωστρατηγικό ρόλο των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Όλες οι χώρες της γειτονιάς μας προσπαθούν να βελτιώσουν τη θέση τους και να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους. Στον αυριανό παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, όλοι επιδιώκουν και προσδοκούν να έχουν αναβαθμισμένο ρόλο. Το μεγάλο ερώτημα λοιπόν είναι τί κάνει και πώς παρεμβαίνει η Ελλάδα στις εξελίξεις που συμβαίνουν στην αυλή μας.

  Η Τουρκία έχει μία σταθερή αναθεωρητική στρατηγική, με κλιμακούμενη επιθετικότητα, με προβολή ισχύος και με μια διαρκή «επιχείρηση» διαστρέβλωσης του διεθνούς δικαίου. Έτσι, το τελευταίο διάστημα, γινόμαστε μάρτυρες των χειρότερων παραβιάσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων της τελευταίας 25ετίας. Η ΕΕ, εμφανώς υποταγμένη στα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της Γερμανίας, δεν προστατεύει ως οφείλει και μπορεί, ούτε τα Ευρωπαϊκά σύνορα, ούτε την αμφισβήτηση-παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων δυο κρατών μελών της. Με αυτή τη στάση, η ΕΕ κινδυνεύει να μείνει στην ιστορία ως ο ανίσχυρος και εν πολλοίς αναξιόπιστος γεωπολιτικός παίκτης.

Την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η Ελλάδα, δύναμη ειρήνης και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, είχε σαφή στρατηγική. Με την ενεργητική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, είχαμε εξασφαλίσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Στα Βαλκάνια, η συμφωνία των Πρεσπών επιβεβαίωσε το σταθεροποιητικό μας ρόλο και απέτρεψε τις προσπάθειες διείσδυσης της Τουρκίας. Στην Ανατολική Μεσόγειο, οι πρωτοβουλίες συνεργασίας, (East Med, σχήμα 3+1 με Ελλάδα-Κύπρο-Ισραήλ συν ΗΠΑ, Forum φυσικού αερίου του Καΐρου κ.ά), είχαν εξασφαλίσει τη συμφωνία όλων των χωρών και των μεγάλων διεθνών παικτών στην διαχείριση των κοιτασμάτων σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.

Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει σοβαρές ευθύνες γιατί εγκατέλειψε αυτήν την ενεργητική εξωτερική πολιτική. Επέστρεψε  στη λογική του δεδομένου και προβλέψιμου συμμάχου. Άφησε την πρωτοβουλία των κινήσεων στην άλλη πλευρά και όλο το τελευταίο διάστημα «τρέχει» να απαντήσει στις εκδηλώσεις επιθετικότητάς της.

Αυτά έγιναν. Ωστόσο, το ερώτημα επανέρχεται: Σε μια τέτοια διεθνή συγκυρία, τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα σήμερα;

  1. Ενεργητική συμμετοχή στον διάλογο για τα θέματα που αφορούν την περιοχή σε όλα τα επίπεδα. Να μην επαναληφθούν συζητήσεις με την απουσία της Ελλάδας, όπως η Διάσκεψη του Βερολίνου για την Λιβύη, η συζήτηση για το μεταναστευτικό χωρίς καν να προσκληθεί η Ελλάδα. Βέβαια, εδώ εντάσσονται και διμερείς επαφές. Όσον αφορά τον Ελληνοτουρκικό διάλογο, αυτός φυσικά δεν μπορεί να γίνει σε καθεστώς οιασδήποτε μορφής εκβιασμών και απειλών.

  2. Να καταστεί σαφές ότι οι διαφορές μας με την Τουρκία είναι ουσιαστικά ευρω-τουρκικές. Στην Ευρώπη απευθύνεται η Τουρκία, όταν απειλεί να «ανοίξει την στρόφιγγα» στο προσφυγικό–μεταναστευτικό προς τα ελληνικά νησιά. Τα ευρωπαϊκά σύνορα παραβιάζει η γείτονα χώρα συστηματικά το τελευταίο διάστημα με τις «έρευνες» του Oruc Reis στο Αιγαίο. Το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο απειλεί να μετατρέψει η Τουρκία σε «κουρελόχαρτο». Η ΕΕ δεν μπορεί να παραμένει παθητικός θεατής όλων αυτών των κινήσεων. Ούτε αρκούν οι δηλώσεις «συμπόνιας» προς τους αδικημένους.

  3. Η Ελληνική κυβέρνηση, εν όψει της Συνόδου Κορυφής, θα πρέπει να εγκαταλείψει επιτέλους την επικοινωνιακή διαχείριση και να δώσει τη μάχη επί της ουσίας ακόμα και με χρήση βέτο. Ο ρόλος του Πρωθυπουργού στις 10 Δεκεμβρίου είναι να μη φύγει πάλι με «άδεια χέρια». Η ΕΕ πρέπει επιτέλους να εφαρμόσει κυρώσεις και να ασκήσει πραγματική πίεση για αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας. Και με αναβαθμισμένο ευρωτουρκικό διάλογο, να αναθεωρήσει την τελωνειακή ένωση, να αντιμετωπίσει το προσφυγικό–μεταναστευτικό καθώς και όλα τα περιφερειακά θέματα.

  4. Άμεση επέκταση των χωρικών μας υδάτων νοτίως και ανατολικά της Κρήτης με προοπτική επέκτασης και νοτίως της Κάσου, Καρπάθου και στο Καστελλόριζο. Την ώρα που ένα δικαίωμα αμφισβητείται de facto, o μόνος τρόπος να το υπερασπιστείς είναι να το ασκήσεις. Επομένως, η επέκταση στα 12 μίλια άμεσα στην Κρήτη, είναι «μονόδρομος» εφόσον ο διεθνής παράγοντας δεν θα μπορεί να διατηρήσει την ίδια στάση εάν γίνει η επέκταση και παραβιάζεται πλέον η κυριαρχία της χώρας.

  5. Την ώρα που αναζητούνται “αλλού” σύμμαχοι, η Ελλάδα δεν πρέπει να εγκαταλείψει παραδοσιακούς της συμμάχους –και ιδίως της γειτονιάς της. Είναι ανεπίτρεπτο να μην στεκόμαστε σήμερα αλληλέγγυοι στον Παλαιστινιακό λαό και να μην επιμένουμε στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, του διεθνούς δικαίου με βάση τα σύνορα του 1967. Η ειρηνική συνύπαρξη των λαών και ο σεβασμός των αποφάσεων του ΟΗΕ μας αφορά άμεσα.

Συνοψίζοντας, η Ελλάδα έχει μια σειρά από διπλωματικά όπλα που μπορεί και οφείλει να τα εξαντλήσει. Χρέος της Ελλάδας είναι να βρεθεί μπροστά από τις εξελίξεις και να παίξει τον ιστορικό ρόλο που της αναλογεί στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο, καλώντας και πιέζοντας παράλληλα στο μέτρο των δυνάμεών της και την Ευρώπη να σταθεί αντάξια του ρόλου της.

*Βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ–Προοδευτική Συμμαχία, Μέλος της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής

Εγγραφείτε στο ενημερωτικό δελτίο
Για να λαμβάνεις ενημερωτικό υλικό και γνωρίζεις για τις δράσεις μας.
Γράψε απλά το email σου!
Εγγραφείτε