Να μην χαθεί το διπλωματικό κεφάλαιο της Ελλάδας
Δημοσιεύτηκε στη “Νέα Κρήτη”, 11 Οκτ 2019
Του Νίκου Ε. Ηγουμενίδη*
Μετά την ανάληψη διακυβέρνησης της χώρας από τη ΝΔ καταγράφεται στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής η λεγόμενη πολιτική του κατευνασμού. Η πολιτική αυτή συνοδεύεται από διγλωσσία, αγκυλώσεις, παλινδρομήσεις, διχογνωμίες, ακροδεξιές κορώνες και από μια σειρά αντιφάσεων που έρχονται διαρκώς στην επιφάνεια από την πλευρά της Κυβέρνησης και με αντίκτυπο στα συμφέροντα της χώρας. Ωστόσο, το διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας δεν πρέπει άλλο να φθείρεται.
Η πολιτική του κατευνασμού απέναντι στην Τουρκία
Τρανταχτό παράδειγμα οι σχέσεις με την Τουρκία. Η Νέα Δημοκρατία προτεραιοποιεί την επανέναρξη του διαλόγου με την Άγκυρα αλλά δείχνει να «κατεβάζει» ταχύτητα απέναντι στο θέμα των κυρώσεων. Όλες οι ενέργειες που προηγήθηκαν για να μπει στο τραπέζι το θέμα των κυρώσεων συναντούν ένα ανεξήγητο φρένο. Σε μια εξόχως κρίσιμη συγκυρία, όπου διεθνώς συζητιέται το θέμα των κυρώσεων απέναντι στην Τουρκία, η Ελλάδα δείχνει να επαφίεται στην καλή θέληση της γείτονος και στη σύσφιξη φιλίας χωρίς όμως να ασκούνται οι δέουσες πιέσεις ή να τίθενται όρια με σαφείς συνέπειες.
Πολύ ορθά, ο λαός μας λέει ότι «οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους». Τη λαϊκή αυτή ρήση η σημερινή πολιτική του ΥΠΕΞ δείχνει να την μετατρέπει σε «οι καλοί φίλοι κάνουν τους καλούς λογαριασμούς».
Η διστακτικότητα – όπως αποτυπώνεται από τις πρώτες δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια – ολοφάνερη απέναντι στο θέμα της εισβολής της Τουρκίας στη Βόρεια Συρία. Με αργά αντανακλαστικά και δίνοντας έμφαση στις εσφαλμένες ενέργειες της Τουρκίας – με χαρακτηριστική την φράση του ΥΠΕΞ ότι «κάνει μεγάλο λάθος η Τουρκία». Αντιθέτως, από την πρώτη στιγμή, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε ξεκάθαρα για παράνομη εισβολή και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης καταδίκασαν τη στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας στη Βόρεια Συρία.
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, είναι ακόμη πιο ανησυχητική η παραδοχή του Αναπλ. Υπουργού Εξωτερικών κ. Βαρβιτσιώτη στην επίσημη ενημέρωση της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων (9.10.2019) και στο τμήμα της δημόσιας τοποθέτησης ότι «εφόσον η κυπριακή πλευρά επιδιώξει να ληφθούν περαιτέρω στοχευμένα μέτρα και κυρώσεις κατά της Τουρκίας, θα συμπαρασταθούμε». Η προηγηθείσα από την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για από κοινού με την Κύπρο πολιτική για τις κυρώσεις απέναντι στην Τουρκία φαίνεται ότι εγκαταλείπεται από πλευράς Ελλάδας στο επίπεδο της «συμπαράστασης».
Η διγλωσσία απέναντι στη Βόρεια Μακεδονία
Στο θέμα της Βόρειας Μακεδονίας, ο διεθνής παράγοντας αντιλαμβάνεται πλήρως τη «διγλωσσία» της Νέας Δημοκρατίας. Δεν μπορεί να ζητείται πιστή τήρηση της συμφωνίας και ταυτόχρονα «βελτιώσεις». Πόσο μάλλον δεν μπορεί να κατακεραυνώνεται η συμφωνία στο εσωτερικό – ενώ στις διεθνείς συναντήσεις να δηλώνεται η πιστή τήρηση. Η ελληνική εξωτερική πολιτική για να είναι αξιόπιστη πρέπει να είναι και ειλικρινής.
Καρπός αυτής της διγλωσσίας είναι και η υποβάθμιση μέχρι εξαφανίσεως της υπογραφής της Τεχνικής Συμφωνίας για την επιτήρηση του εναέριου χώρου της Βόρειας Μακεδονίας από την ελληνική πολεμική αεροπορία ως επακόλουθο της Συμφωνίας των Πρεσπών. Βεβαίως, είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι ο δρόμος που ανοίχτηκε, επιτρέπει με αμοιβαιότητα στις δύο χώρες που μέχρι προ ολίγων μηνών διατηρούσαν ανοικτές πληγές, τώρα να αναβαθμίζουν σχέσεις συνεργασίας, με στόχο την ειρηνική συνύπαρξη στα Βαλκάνια.
Η επαμφοτερίζουσα στάση της Νέας Δημοκρατίας όμως δείχνει διαρκώς να συνεχίζεται. Ενδεικτικό είναι ότι δεν κρατήθηκαν τα προσχήματα ούτε στην υπόθεση με τις κοινοβουλευτικές ομάδες Φιλίας. Στις λίστες των κρατών που εστάλησαν στα γραφεία των βουλευτών για να συμπληρώσουν τις χώρες στις οποίες επιθυμούν να είναι μέλη των ομάδων φιλίας, «απουσίαζε» η Βόρεια Μακεδονία. Για ποιο λόγο;
Η Κυβέρνηση δεν έχει μια καθαρή στάση απέναντι στο θέμα της διεύρυνσης που αφορά τη Βόρεια Μακεδονία. Ακολουθεί τη γερμανική γραμμή της ομαδοποίησης των χωρών, Αλβανίας και Βόρειας Μακεδονίας, χωρίς να απαντά αν θα υποστηρίζει τη Βόρεια Μακεδονία αν για κάποιο λόγο δεν προχωρήσει η Αλβανία, αλλά και χωρίς να φαίνεται μια αναγκαία ενεργητική στάση απέναντι στην προστασία των δικαιωμάτων της μειονότητας στην Αλβανία.
Επιπλέον, όσοι βρέθηκαν σε θέσεις διαπραγμάτευσης ομολογούν ότι η συμφωνία έδωσε κύρος αλλά και ένα μεγάλο «αβαντάζ» στη χώρα μας για να προχωρήσει περαιτέρω τα εθνικά συμφέροντα σε μια σειρά από συμφωνίες. Η ΝΔ άραγε αξιοποιεί στα διεθνή φόρα το διπλωματικό χαρτί της Συμφωνίας ή εξακολουθεί να μιλά για μια «κακή συμφωνία;».
Οι ακροδεξιές ρητορικές στο Προσφυγικό
Η πολιτική της διγλωσσίας ή της «πολυφωνίας» είναι χτυπητή στο Προσφυγικό. Από τη μία πλευρά, επανέρχονται οι ρητορικές από την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ (τελευταίες δηλώσεις Γεωργιάδη-Βορίδη), και από την άλλη συντελείται αθόρυβα από άλλες πτέρυγες η τεχνική μετατόπιση του προβλήματος από ευρωπαϊκό σε διμερές. Με μια λεκτική ακροβασία στη Βουλή, ο Αναπληρωτής Υπουργός αρμόδιος για τη μεταναστευτική πολιτική κ. Κουμουτσάκος κατά την έκτακτη παρουσία του στην Επιτροπή Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής λίγο πριν μεταβεί στην Τουρκία, επιχείρησε να υποβαθμίσει το θέμα χρησιμοποιώντας την φράση «διμερής διάσταση μιας ευρωτουρκικής συμφωνίας».
Δείγμα ακραίας διγλωσσίας και η στροφή 180 μοιρών του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Χρυσοχοΐδη, ο οποίος σε επίσκεψη του στη Μόρια τον Ιούλιο του 2019 εξέφραζε «την εντύπωση, τη θετική, που αποκόμισα από την πληρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν και διαχειρίζονται οι υπηρεσίες της χώρας το προσφυγικό πρόβλημα εδώ στο νησί», ενώ λίγους μήνες μετά, επανήλθε στις κατηγορίες εναντίον της προηγούμενης Κυβέρνησης, ξεχνώντας τις ίδιες του τις δηλώσεις.
Εγκαταλείπεται η τετραμερής με την Σερβία;
Το τελευταίο διάστημα δεν φαίνεται να υπάρχει από πλευράς Ελλάδας καμία πρωτοβουλία συνέχισης της τετραμερούς που είχε αναπτυχθεί συμπεριλαμβάνοντας την Σερβία. Την απουσία της χώρας μας φαίνεται πως εκμεταλλεύεται η τουρκική πλευρά. Καθόλου τυχαία η επίσκεψη Ερντογάν στο Βελιγράδι που κρίθηκε από πλευράς της γείτονος ως μια πολύ σημαντική επίσκεψη.
Σε κάθε περίπτωση, το επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμο να μην αφεθεί πίσω όλο το οπλοστάσιο της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής που χαράχθηκε τα τελευταία 4 χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι η πρώτη Σύνοδος Κορυφής των 7 κρατών του ευρωπαϊκού νότου (Med7) πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2016 στην Αθήνα, μετά από πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού και οι πρώτες συνομιλίες επικεντρώθηκαν στον συντονισμό της δράσης σε κοινά ζητήματα, από την οικονομική ανάπτυξη έως την περιφερειακή ασφάλεια, και με μια βαθιά κοινωνική ατζέντα.
Έχει ιδιαίτερη σημασία η κοινή ανακοίνωση της MED 7 στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου 2019 με την οποία καταδικάστηκαν οι συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο και άνοιξαν για πρώτη φορά το θέμα της λήψης από την ΕΕ κατάλληλων κυρώσεων εάν η Τουρκία δεν τερματίσει τις παράνομες ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ.
Στο ίδιο πλαίσιο βρίσκονται και μια σειρά από πρωτοβουλίες που έχουν προηγηθεί με άξονα την χάραξη ενεργητικής πολιτικής. Μεταξύ αυτών, η Διάσκεψη της Ρόδου για την Ασφάλεια και Σταθερότητα με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών από τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής, οργανισμών συνεργασίας αραβικών χωρών, που προώθησαν νέους τρόπους ενίσχυσης της περιφερειακής συνεργασίας σε ποικίλους τομείς προς όφελος των λαών της περιοχής.
Ωστόσο, η σημερινή ηγεσία του ΥΠΕΞ δείχνει να ταλαντεύεται καθημερινά σε μια νέα πραγματικότητα που διαρκώς επέκρινε. Κι αυτό γιατί η εξωτερική πολιτική της αδράνειας αποκαταστάθηκε από την ενεργητική πολιτική και την υλοποίηση μιας θετικής ατζέντας πρωτοβουλιών. Στον κρίσιμο για τα εθνικά συμφέροντα τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η σημερινή Κυβέρνηση δεν μπορεί άλλο να «μιλά» πολλές γλώσσες ή να μασάει τα λόγια της. Το κεκτημένο διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας δεν πρέπει άλλο να τίθεται σε κίνδυνο.
*Βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ, μέλος της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.